σπαθίτης

σπαθίτης
ὁ, Α
φρ. «σπαθίτης οἶνος» — οίνος που παρασκευάζεται από φοινίκια, από χουρμάδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπάθη «κλαδί φοίνικα» + κατάλ. -ίτης (πρβλ. μηλ-ίτης)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σπαθίτην — σπαθίτης palm masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπαθίτου — σπαθίτης palm masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπαθίτῃ — σπαθίτης palm masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”